Δικαστική συμπαράσταση είναι η κατάσταση που τίθεται με δικαστική απόφαση σε ένα ενήλικο πρόσωπο, είτε λόγω ψυχικής, διανοητικής διαταραχής ή σωματικής αναπηρίας όταν αδυνατεί εν όλω ή εν μέρει να επιμεληθεί του εαυτού του, των υποθέσεών του και της περιουσίας του, είτε λόγω ασωτίας, τοξικομανίας ή αλκοολισμού, εκθέτει σε κίνδυνο τον εαυτό του και τους στενούς συγγενείς του.
Οι διατάξεις του Αστικού Κώδικα 1666-1688 ΑΚ καταδεικνύουν την ανάγκη του νομοθέτη να θεσπίσει ένα ιδιαίτερο κεφάλαιο ρυθμίσεων, εξομαλύνοντας την μεταχείριση των ανωτέρω ευάλωτων ομάδων, που αυτοβούλως και μη δεν δύνανται να μεριμνήσουν για προσωπικές τους υποθέσεις.
Για την υποβολή ενός προσώπου σε καθεστώς δικαστικής συμπαράστασης, υποβάλλεται σχετική αίτηση, κατά τη διαδικασία της Εκουσίας Δικαιοδοσίας, ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου του τόπου διαμονής του συμπαραστατέου.
Την αίτηση υποβάλλει είτε ο ίδιος ο συμπαραστατούμενος, είτε ο – η σύζυγος του, τα τέκνα του ή οι γονείς τους, ενώ μπορεί να διαταχθεί και αυτεπαγγέλτως. Απώτεροι συγγενείς δεν νομιμοποιούνται να υποβάλλουν σχετική αίτηση, παρά μόνο δια του εισαγγελέως και εφόσον δεν υπάρχουν συγγενείς α’ βαθμού ή αυτοί αποδεδειγμένα δεν δύνανται.
Με την υποβαλλόμενη αίτηση, προτείνεται το κατάλληλο πρόσωπο που θα επιμελείται των υποθέσεων του συμπαραστατούμενου (Δικαστικός Συμπαραστάτης), καθώς επίσης και τα πρόσωπα που θα απαρτίζουν το εποπτικό συμβούλιο (από τρία έως πέντε πρόσωπα). Σκοπός του εποπτικού συμβουλίου είναι η εποπτεία του έργπυ του δικαστικού συμπαραστάτη και η διασφάλιση των συμφερόντων του συμπαραστατέου για το χρονικό διάστημα που τελεί υπό δικαστική συμπαράσταση. Νομολογιακά και νομοθετικά έχουν καθορισθεί ορισμένες ενέργειες οι οποίες πάντα απαιτούν την έγκριση του εποπτικού συμβουλίου ενώ για κάποιες άλλες απαιτείται και η άδεια του Δικαστηρίου.
Μετά την κατάθεση της αίτησης ακολουθεί η συζήτηση της υποθέσεως κεκλεισμένων των θυρών, όπου ο Δικαστής μη δεσμευόμενος από τα αιτήματα των διαδίκων αποφασίζει α) αν πρέπει να τεθεί σε δικαστική συμπαράσταση ο υπέρ ου η αίτηση, β) για ποιες πράξεις και γ) ποιος θα ασκεί τις απαραίτητες νομικές ενέργειες για λογαριασμό του. Το πρόσωπο το οποίο επιφορτίζεται με την σχετική εξουσία ονομάζεται δικαστικός συμπαραστάτης, ενώ το όργανο που τον “επιβλέπει” εποπτικό συμβούλιο. Το εποπτικό συμβούλιου, συντίθεται από τριμελή επιτροπή, η οποία προτείνεται από τον αιτούντα τη θέση σε δικαστική συμπαράσταση ενός προσώπου.
Ως εκ’ τούτου ορισμός από το δικαστήριο σε καθεστώς δικαστικής συμπαράστης διακρίνεται σε στερητική δικαστική συμπαράσταση και σε επικουρική ανάλογα με την ικανότητα του συμπαραστατουμένου να ενεργήσει ο ίδιος μερικώς ή καθόλου. Ευκρινέστερα: Στερητική δικαστική συμπαράσταση προβλέπεται όταν το άτομο κηρύσσεται ανίκανο για όλες ή για ορισμένες δικαιοπραξίες, γιατί κρίνει ότι αδυνατεί να ενεργεί γι’ αυτές αυτοπροσώπως (πλήρης & μερική).
Επικουρική δικαστική συμπαράσταση προτείνεται όταν για την ισχύ όλων ή ορισμένων δικαιοπραξιών του προσώπου, απαιτείται η συναίνεση του δικαστικού συμπαραστάτη(πλήρης και μερική).
Η δικαστική συμπαράσταση αίρεται με δικαστική απόφαση κατόπιν αιτήσεως των ως άνω νομιμοποιούμενων προσώπων, εφόσον μεταβληθούν ή αρθούν οι λόγοι που επέβαλαν την εφαρμογή της.Ανήλικο πρόσωπο τίθεται σε δικαστική συμπαράσταση κατά το τελευταίο έτος της ανηλικότητας του συμπαραστατέου μόνο εφόσον συντρέχουν οι λόγοι επιβολής αυτής και τα αποτελέσματά της άρχονται από την ενηλικίωση αυτού. Εάν ο ανήλικος τελεί υπό επιτροπεία την αίτηση νομιμοποιείται να υποβάλλει και ο επίτροπος αυτού.
Το γραφείο μας, με τους έμπειρους και εξειδικευμένους συνεργάτες που το στελεχώνουν, έχει απασχοληθεί με δεκάδες υποθέσεις θέσης προσώπων σε δικαστική συμπαράσταση, από τις πιο απλές περιπτώσεις μέχρι και τις πλέον πολύπλοκες και πάντοτε με θετικά αποτελέσματα. Ως εκ τούτου, αναλαμβάνουμε υπεύθυνα και αξιόπιστα υποθέσεις θέσης προσώπων σε δικαστική συμπαράσταση με γνώμονα το βέλτιστο συμφέρον του συμπαραστατούμενου και του επιμελητή αυτού.
Δικηγόρος για Δικαστική Συμπαράσταση
Δικαστική συμπαράσταση είναι η κατάσταση που τίθεται με δικαστική απόφαση σε ένα ενήλικο πρόσωπο, είτε λόγω ψυχικής, διανοητικής διαταραχής ή σωματικής αναπηρίας όταν αδυνατεί εν όλω ή εν μέρει να επιμεληθεί του εαυτού του, των υποθέσεών του και της περιουσίας του, είτε λόγω ασωτίας, τοξικομανίας ή αλκοολισμού, εκθέτει σε κίνδυνο τον εαυτό του και τους στενούς συγγενείς του.
Οι διατάξεις του Αστικού Κώδικα 1666-1688 ΑΚ καταδεικνύουν την ανάγκη του νομοθέτη να θεσπίσει ένα ιδιαίτερο κεφάλαιο ρυθμίσεων, εξομαλύνοντας την μεταχείριση των ανωτέρω ευάλωτων ομάδων, που αυτοβούλως και μη δεν δύνανται να μεριμνήσουν για προσωπικές τους υποθέσεις.
Για την υποβολή ενός προσώπου σε καθεστώς δικαστικής συμπαράστασης, υποβάλλεται σχετική αίτηση, κατά τη διαδικασία της Εκουσίας Δικαιοδοσίας, ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου του τόπου διαμονής του συμπαραστατέου.
Την αίτηση υποβάλλει είτε ο ίδιος ο συμπαραστατούμενος, είτε ο – η σύζυγος του, τα τέκνα του ή οι γονείς τους, ενώ μπορεί να διαταχθεί και αυτεπαγγέλτως. Απώτεροι συγγενείς δεν νομιμοποιούνται να υποβάλλουν σχετική αίτηση, παρά μόνο δια του εισαγγελέως και εφόσον δεν υπάρχουν συγγενείς α’ βαθμού ή αυτοί αποδεδειγμένα δεν δύνανται.
Με την υποβαλλόμενη αίτηση, προτείνεται το κατάλληλο πρόσωπο που θα επιμελείται των υποθέσεων του συμπαραστατούμενου (Δικαστικός Συμπαραστάτης), καθώς επίσης και τα πρόσωπα που θα απαρτίζουν το εποπτικό συμβούλιο (από τρία έως πέντε πρόσωπα). Σκοπός του εποπτικού συμβουλίου είναι η εποπτεία του έργπυ του δικαστικού συμπαραστάτη και η διασφάλιση των συμφερόντων του συμπαραστατέου για το χρονικό διάστημα που τελεί υπό δικαστική συμπαράσταση. Νομολογιακά και νομοθετικά έχουν καθορισθεί ορισμένες ενέργειες οι οποίες πάντα απαιτούν την έγκριση του εποπτικού συμβουλίου ενώ για κάποιες άλλες απαιτείται και η άδεια του Δικαστηρίου.
Μετά την κατάθεση της αίτησης ακολουθεί η συζήτηση της υποθέσεως κεκλεισμένων των θυρών, όπου ο Δικαστής μη δεσμευόμενος από τα αιτήματα των διαδίκων αποφασίζει α) αν πρέπει να τεθεί σε δικαστική συμπαράσταση ο υπέρ ου η αίτηση, β) για ποιες πράξεις και γ) ποιος θα ασκεί τις απαραίτητες νομικές ενέργειες για λογαριασμό του. Το πρόσωπο το οποίο επιφορτίζεται με την σχετική εξουσία ονομάζεται δικαστικός συμπαραστάτης, ενώ το όργανο που τον “επιβλέπει” εποπτικό συμβούλιο. Το εποπτικό συμβούλιου, συντίθεται από τριμελή επιτροπή, η οποία προτείνεται από τον αιτούντα τη θέση σε δικαστική συμπαράσταση ενός προσώπου.
Ως εκ’ τούτου ορισμός από το δικαστήριο σε καθεστώς δικαστικής συμπαράστης διακρίνεται σε στερητική δικαστική συμπαράσταση και σε επικουρική ανάλογα με την ικανότητα του συμπαραστατουμένου να ενεργήσει ο ίδιος μερικώς ή καθόλου. Ευκρινέστερα: Στερητική δικαστική συμπαράσταση προβλέπεται όταν το άτομο κηρύσσεται ανίκανο για όλες ή για ορισμένες δικαιοπραξίες, γιατί κρίνει ότι αδυνατεί να ενεργεί γι’ αυτές αυτοπροσώπως (πλήρης & μερική).
Επικουρική δικαστική συμπαράσταση προτείνεται όταν για την ισχύ όλων ή ορισμένων δικαιοπραξιών του προσώπου, απαιτείται η συναίνεση του δικαστικού συμπαραστάτη(πλήρης και μερική).
Η δικαστική συμπαράσταση αίρεται με δικαστική απόφαση κατόπιν αιτήσεως των ως άνω νομιμοποιούμενων προσώπων, εφόσον μεταβληθούν ή αρθούν οι λόγοι που επέβαλαν την εφαρμογή της.Ανήλικο πρόσωπο τίθεται σε δικαστική συμπαράσταση κατά το τελευταίο έτος της ανηλικότητας του συμπαραστατέου μόνο εφόσον συντρέχουν οι λόγοι επιβολής αυτής και τα αποτελέσματά της άρχονται από την ενηλικίωση αυτού. Εάν ο ανήλικος τελεί υπό επιτροπεία την αίτηση νομιμοποιείται να υποβάλλει και ο επίτροπος αυτού.
Το γραφείο μας, με τους έμπειρους και εξειδικευμένους συνεργάτες που το στελεχώνουν, έχει απασχοληθεί με δεκάδες υποθέσεις θέσης προσώπων σε δικαστική συμπαράσταση, από τις πιο απλές περιπτώσεις μέχρι και τις πλέον πολύπλοκες και πάντοτε με θετικά αποτελέσματα. Ως εκ τούτου, αναλαμβάνουμε υπεύθυνα και αξιόπιστα υποθέσεις θέσης προσώπων σε δικαστική συμπαράσταση με γνώμονα το βέλτιστο συμφέρον του συμπαραστατούμενου και του επιμελητή αυτού.