Στο δέκατο έκτο κεφάλαιο του Ποινικού Κώδικα, το οποίο αναφέρεται στα εγκλήματα που στρέφονται κατά της σωματικής ακεραιότητας εντάσσεται και το ποινικό αδίκημα της σωματικής βλάβης. Η σωματική βλάβη συνίσταται τόσο στην πρόκληση σωματικών κακώσεων όσο και στη βλάβη της υγείας του ατόμου εν γένει.
Ως σωματική βλάβη τυποποιείται η σωματική κάκωση που αναφέρεται στην εξωτερική όψη του σώματος, ενώ ως «βλάβη της υγείας» νοείται η λειτουργία των εσωτερικών οργάνων αυτού. Η σωματική βλάβη ως αδίκημα περιλαμβάνει διαβαθμίσεις γεγονός που ωθεί στην κατηγοριοποίηση της σε διαφορετικά ήδη και κατ επέκταση στην κλιμάκωση των απειλούμενων ποινών, αναλόγως του είδους και της έκτασης της σωματικής βλάβης (βλ πχ απλή σωματική βλάβη, ελαφρά, επικίνδυνη, βαριά κλπ. Για τις λοιπές περιπτώσεις σωματικών βλαβών βλ σε επόμενα άρθρα μας). Κάθε είδος αυτής κατέχει ξεχωριστή βαρύτητα στην έννοια της «βλάβης» που προκαλεί με δέκτη και υλικό φορέα το άτομο και ορίζεται σαφώς στα άρθρα του ΠΚ 308-315.
Εν προκειμένω, ως προς την βαριά σωματική βλάβη:
Στο υπ’ αριθμόν 310 άρθρο του ισχύοντος Ποινικού Κώδικα προβλέπεται πως:
Βαριά σωματική βλάβη:
Αν η πράξη του άρθρου 308 είχε ως επακόλουθο τη βαριά σωματική βλάβη επιβάλλεται φυλάκιση τουλάχιστον ενός (1) έτους.
Όποιος προκαλεί σε άλλον βαριά σωματική βλάβη τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον δύο (2) ετών. Αv επιδίωκε την πρόκληση της βαριάς σωματικής βλάβης, τιμωρείται με κάθειρξη.
Βαριά σωματική βλάβη υπάρχει ιδίως αν η πράξη προξένησε στον παθόντα κίνδυνο ζωής ή βαριά και μακροχρόνια αρρώστια ή σοβαρό ακρωτηριασμό ή αναπηρία ή μόνιμη παραμόρφωση ή αν τον εμπόδισε σημαντικά και για πολύ χρόνο να χρησιμοποιεί το σώμα ή τη διάνοιά του.».
Ανωτέρω στοιχειοθετείται η έννοια της βαριάς σωματικής βλάβης. Πιο συγκεκριμένα, δράστης αυτής δύναται να είναι οποιοδήποτε άτομο, εκτός από αυτόν που τραυματίζει τον εαυτό του διότι δεν έχει επενεργήσει σε έτερο προσβαλλόμενο έννομο αγαθό. Υλικό αντικείμενο του εγκλήματος τοιουτοτρόπως είναι άλλος άνθρωπος, ο οποίος πρέπει να είναι ακόμη ζωντανός (σε περίπτωση που η πράξη τελεστεί κατά θανούντος, τότε θα πρόκειται για προσβολή της μνήμης νεκρού).
Σχετικά με την εκδηλωθείσα εγκληματική συμπεριφορά, αυτή μπορεί να συνίσταται σε πράξη είτε παράλειψη, η πράξη αφορά την επενέργεια στο έτερο σώμα με οποιονδήποτε τρόπο, ενώ παράλειψη στοιχειοθετείται όταν υπήρχε ιδιαίτερη νομική υποχρέωση του δράστη προς αποτροπή του εγκλήματος.
Ιδιαίτερη νομική υποχρέωση αποτροπής του αποτελέσματος. Λόγω του ότι στην παράλειψη δεν υφίσταται πραγματική αιτιότητα, ο ποινικός νομοθέτης προέβλεψε στο άρθρο 15 αυστηρά και περιοριστικά τα πρόσωπα τα οποία έχουν ιδιαίτερη νομική υποχρέωση. Ως εκ τούτου, δεν αρκεί για την κατάφαση αξιόποινης πράξης της σωματικής βλάβης δια παραλείψεως μια γενική νομική υποχρέωση που απευθύνεται σε κάθε κοινωνό αδιακρίτως (όπως πχ η παράλειψη λύτρωσης από κίνδυνο ζωής, η οποία τυγχάνει άλλη διαφορετική αξιόποινη πράξη η οποία έχει ειδικούς όρους για ενδεχόμενη κατάφαση της). Τουναντίον, απαιτείται να συντρέχουν συγκεκριμένες και περιοριστικά αναφερόμενες ιδιότητες ή περιστάσεις, ώστε να μπορεί να γίνει λόγος για σωματική βλάβη δια παραλείψεως.
Ως περιστάσεις ιδιαίτερης νομικής υποχρέωσης του δράστη, έχουν καταγραφεί από το νόμο και τη νομολογία: Η ιδιαίτερη νομική υποχρέωση που πηγάζει 1. από το νόμο, όπου με νόμο εξισώνονται και οι δικαστικές αποφάσεις (πχ φροντίδα των τέκνων από τους γονείς, υποχρέωση του πλοιάρχου να διασώσει τους επιβάτες σε περίπτωση ναυαγίου κ.λπ), 2. από σύμβαση, προφορική ή γραπτή, ρητή ή σιωπηρή (πχ σύμβαση διενέργειας ιατρικών πράξεων), 3. από πραγματικές καταστάσεις ανάληψης ευθύνης ή από προηγούμενη επικίνδυνη ενέργεια του υπαιτίου (πχ αλλαγή δοσολογίας λήψης φαρμάκων συγγενούς – ασθενούς, μεταβολή στοιχείων και πραγμάτων τα οποία θα χρησιμοποιήσει το θύμα κ.λπ).
Για τη στοιχειοθέτηση του αδικήματος, θα πρέπει η επενέργεια της εν λόγω εγκληματικής συμπεριφοράς προς το έτερο άτομο να επιφέρει, βαριά σωματική η διανοητική πάθηση του προσώπου και να υπάρχει αντικειμενικός αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της απλής σωματικής βλάβης και από πρόθεση και της βαριάς σωματικής βλάβης που επακολούθησε (Συμβ ΑΠ 816/2019). Ως αποτέλεσμα θα πρέπει να προκληθεί βαριά σωματική βλάβη του θύματος είτε ως ενδεχόμενη συνέπεια αυτής. Η σωματική κάκωση ή βλάβη πρέπει να έχει παρέλθει τα όρια της απλής είτε της επικίνδυνης και να καθίσταται βαριά. Το περιεχόμενο της βαριάς θεμελιώνεται από το νομοθέτη στην παράγραφο 3 του άρθρου 310 του Ποινικού Κώδικα, κατά την οποία «Βαριά σωματική βλάβη υπάρχει ιδίως αν η πράξη προξένησε στον παθόντα κίνδυνο ζωής ή βαριά και μακροχρόνια αρρώστια ή σοβαρό ακρωτηριασμό ή αναπηρία ή μόνιμη παραμόρφωση ή αν τον εμπόδισε σημαντικά και για πολύ χρόνο να χρησιμοποιεί το σώμα ή τη διάνοιά του».
Ο νομοθέτης απαριθμεί περιοριστικά τον κύκλο των σωματικών βλαβών, οι οποίες δύναται να είναι βαριές. Έτσι λοιπόν η βαριά σωματική βλάβη στοιχειοθετείται όταν προκύπτει κίνδυνος ζωής για τη ζωή του παθόντα (πχ πλήγμα με μαχαίρι), βαριά και μακροχρόνια ασθένεια (π.χ. ενδοεγκεφαλική αιμορραγία), σοβαρός ακρωτηριασμός (π.χ περιπτώσεις αφαίρεσης οποιουδήποτε εσωτερικού οργάνου είτε αχρήστευσης του), σημαντική και μακροχρόνια παρεμπόδιση της χρήσης του σώματος είτε της διάνοιας (π.χ ακρωτηριασμός εξέχοντος οργάνου). Επειδή λοιπόν η βαριά σωματική βλάβη αποτελεί έγκλημα αποτελέσματος απαιτείται αιτιώδης σύνδεσμος (αιτιώδης συνάφεια) μεταξύ της πράξης είτε της παράλειψης του δράστη και της επελθούσης βαριάς σωματικής βλάβης του παθόντος κατ’εφαρμογή της θεωρίας του ισοδυνάμου των όρων.
Απαιτείται δε για τη στοιχειοθέτηση της υποκειμενικής υπόστασης ο δράστης του βασικού εγκλήματος να έχει δόλο είτε β’βαθμού (αναγκαίο) είτε ενδεχόμενο ως προς αυτό το αποτέλεσμα. Εάν μολαταύτα συντρέχει και επιδίωξή αυτού (δόλος α’βαθμού) εφαρμόζεται το εδάφιο β’ του ίδιου άρθρου που προβλέπει την κακουργηματική διακεκριμένη παραλλαγή της σκοπούμενης βαριάς σωματικής βλάβης.
Ευθέως προκύπτει από τη διάταξη και η έννοια της βαριάς σκοπούμενης σωματικής βλάβης από την υπ’αριθμόν ένα (1) παράγραφο του άρθρου. Στην εν λόγω περίπτωση ο δράστης διαθέτει δόλο α’ βαθμού στο πρόσωπο του, ήτοι επεδίωξε την πρόκληση της βαριάς σωματικής βλάβης και δεν την αποδέχθηκε απλώς. Η εν λόγω περίπτωση αποτελεί διακεκριμένη παραλλαγή της βαριάς σωματικής βλάβης και λαμβάνει κακουργηματική μεταχείριση με προβλεπόμενη ποινή την κάθειρξη (από 5 έως είκοσι έτη).
Τέλος, σύμφωνα με το άρθρο 315Α του Ποινικού Κώδικα, η τέλεση του εγκλήματος αυτού σε βάρος υπαλλήλου κατά την εκτέλεση της υπηρεσίας του ή για λόγους που σχετίζονται με αυτή, συνιστά ιδιαίτερα επιβαρυντική περίσταση.
Το δικηγορικό μας γραφείο, με τη μακροσκελή διαχείριση ποινικών υποθέσεων κακουργηματικής ή πλημμεληματικής φύσεως, με τους έμπειρους και εξειδικευμένους ποινικολόγους που το πλαισιώνουν και με επικεφαλής την ποινικολόγο Αναστασία Β. Κερχανατζίδου, υπ Διδάκτωρ Ποινικού Δικαίου, αναλαμβάνει υπεύθυνα και αξιόπιστα συναφείς ποινικές υποθέσεις. Στόχος μας είναι η χάραξη μιας σωστής και άρτιας υπερασπιστικής γραμμής προκειμένου να διασφαλιστεί η διαφύλαξη και πιστή τήρηση των δικαιωμάτων του διωκόμενου προσώπου και η αποφυγή άδικων ή άστοχων αποφάσεων σε βάρος του. Ταυτόχρονα, μεριμνούμε και για τη δικαίωση του παθόντος, δια της σύνταξης μηνύσεως – εγκλήσεως για τελεσθέντα σε βάρος του, παριστάμενοι για την υποστήριξη της κατηγορίας και της ενδεχόμενης μελλοντικής διεκδίκησης σχετικής αποζημίωσης. Για περισσότερες πληροφορίες, μπορείτε να επικοινωνήσετε μαζί μας στα τηλέφωνα 210 5155994, 211 0131115, 6959406687 ή στο email: info@kerchanatzidou-law.gr.
Στο δέκατο έκτο κεφάλαιο του Ποινικού Κώδικα, το οποίο αναφέρεται στα εγκλήματα που στρέφονται κατά της σωματικής ακεραιότητας εντάσσεται και το ποινικό αδίκημα της σωματικής βλάβης. Η σωματική βλάβη συνίσταται τόσο στην πρόκληση σωματικών κακώσεων όσο και στη βλάβη της υγείας του ατόμου εν γένει.
Ως σωματική βλάβη τυποποιείται η σωματική κάκωση που αναφέρεται στην εξωτερική όψη του σώματος, ενώ ως «βλάβη της υγείας» νοείται η λειτουργία των εσωτερικών οργάνων αυτού. Η σωματική βλάβη ως αδίκημα περιλαμβάνει διαβαθμίσεις γεγονός που ωθεί στην κατηγοριοποίηση της σε διαφορετικά ήδη και κατ επέκταση στην κλιμάκωση των απειλούμενων ποινών, αναλόγως του είδους και της έκτασης της σωματικής βλάβης (βλ πχ απλή σωματική βλάβη, ελαφρά, επικίνδυνη, βαριά κλπ. Για τις λοιπές περιπτώσεις σωματικών βλαβών βλ σε επόμενα άρθρα μας). Κάθε είδος αυτής κατέχει ξεχωριστή βαρύτητα στην έννοια της «βλάβης» που προκαλεί με δέκτη και υλικό φορέα το άτομο και ορίζεται σαφώς στα άρθρα του ΠΚ 308-315.
Εν προκειμένω, ως προς την βαριά σωματική βλάβη:
Στο υπ’ αριθμόν 310 άρθρο του ισχύοντος Ποινικού Κώδικα προβλέπεται πως:
Βαριά σωματική βλάβη:
Ανωτέρω στοιχειοθετείται η έννοια της βαριάς σωματικής βλάβης. Πιο συγκεκριμένα, δράστης αυτής δύναται να είναι οποιοδήποτε άτομο, εκτός από αυτόν που τραυματίζει τον εαυτό του διότι δεν έχει επενεργήσει σε έτερο προσβαλλόμενο έννομο αγαθό. Υλικό αντικείμενο του εγκλήματος τοιουτοτρόπως είναι άλλος άνθρωπος, ο οποίος πρέπει να είναι ακόμη ζωντανός (σε περίπτωση που η πράξη τελεστεί κατά θανούντος, τότε θα πρόκειται για προσβολή της μνήμης νεκρού).
Σχετικά με την εκδηλωθείσα εγκληματική συμπεριφορά, αυτή μπορεί να συνίσταται σε πράξη είτε παράλειψη, η πράξη αφορά την επενέργεια στο έτερο σώμα με οποιονδήποτε τρόπο, ενώ παράλειψη στοιχειοθετείται όταν υπήρχε ιδιαίτερη νομική υποχρέωση του δράστη προς αποτροπή του εγκλήματος.
Ιδιαίτερη νομική υποχρέωση αποτροπής του αποτελέσματος. Λόγω του ότι στην παράλειψη δεν υφίσταται πραγματική αιτιότητα, ο ποινικός νομοθέτης προέβλεψε στο άρθρο 15 αυστηρά και περιοριστικά τα πρόσωπα τα οποία έχουν ιδιαίτερη νομική υποχρέωση. Ως εκ τούτου, δεν αρκεί για την κατάφαση αξιόποινης πράξης της σωματικής βλάβης δια παραλείψεως μια γενική νομική υποχρέωση που απευθύνεται σε κάθε κοινωνό αδιακρίτως (όπως πχ η παράλειψη λύτρωσης από κίνδυνο ζωής, η οποία τυγχάνει άλλη διαφορετική αξιόποινη πράξη η οποία έχει ειδικούς όρους για ενδεχόμενη κατάφαση της). Τουναντίον, απαιτείται να συντρέχουν συγκεκριμένες και περιοριστικά αναφερόμενες ιδιότητες ή περιστάσεις, ώστε να μπορεί να γίνει λόγος για σωματική βλάβη δια παραλείψεως.
Ως περιστάσεις ιδιαίτερης νομικής υποχρέωσης του δράστη, έχουν καταγραφεί από το νόμο και τη νομολογία: Η ιδιαίτερη νομική υποχρέωση που πηγάζει 1. από το νόμο, όπου με νόμο εξισώνονται και οι δικαστικές αποφάσεις (πχ φροντίδα των τέκνων από τους γονείς, υποχρέωση του πλοιάρχου να διασώσει τους επιβάτες σε περίπτωση ναυαγίου κ.λπ), 2. από σύμβαση, προφορική ή γραπτή, ρητή ή σιωπηρή (πχ σύμβαση διενέργειας ιατρικών πράξεων), 3. από πραγματικές καταστάσεις ανάληψης ευθύνης ή από προηγούμενη επικίνδυνη ενέργεια του υπαιτίου (πχ αλλαγή δοσολογίας λήψης φαρμάκων συγγενούς – ασθενούς, μεταβολή στοιχείων και πραγμάτων τα οποία θα χρησιμοποιήσει το θύμα κ.λπ).
Για τη στοιχειοθέτηση του αδικήματος, θα πρέπει η επενέργεια της εν λόγω εγκληματικής συμπεριφοράς προς το έτερο άτομο να επιφέρει, βαριά σωματική η διανοητική πάθηση του προσώπου και να υπάρχει αντικειμενικός αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της απλής σωματικής βλάβης και από πρόθεση και της βαριάς σωματικής βλάβης που επακολούθησε (Συμβ ΑΠ 816/2019). Ως αποτέλεσμα θα πρέπει να προκληθεί βαριά σωματική βλάβη του θύματος είτε ως ενδεχόμενη συνέπεια αυτής. Η σωματική κάκωση ή βλάβη πρέπει να έχει παρέλθει τα όρια της απλής είτε της επικίνδυνης και να καθίσταται βαριά. Το περιεχόμενο της βαριάς θεμελιώνεται από το νομοθέτη στην παράγραφο 3 του άρθρου 310 του Ποινικού Κώδικα, κατά την οποία «Βαριά σωματική βλάβη υπάρχει ιδίως αν η πράξη προξένησε στον παθόντα κίνδυνο ζωής ή βαριά και μακροχρόνια αρρώστια ή σοβαρό ακρωτηριασμό ή αναπηρία ή μόνιμη παραμόρφωση ή αν τον εμπόδισε σημαντικά και για πολύ χρόνο να χρησιμοποιεί το σώμα ή τη διάνοιά του».
Ο νομοθέτης απαριθμεί περιοριστικά τον κύκλο των σωματικών βλαβών, οι οποίες δύναται να είναι βαριές. Έτσι λοιπόν η βαριά σωματική βλάβη στοιχειοθετείται όταν προκύπτει κίνδυνος ζωής για τη ζωή του παθόντα (πχ πλήγμα με μαχαίρι), βαριά και μακροχρόνια ασθένεια (π.χ. ενδοεγκεφαλική αιμορραγία), σοβαρός ακρωτηριασμός (π.χ περιπτώσεις αφαίρεσης οποιουδήποτε εσωτερικού οργάνου είτε αχρήστευσης του), σημαντική και μακροχρόνια παρεμπόδιση της χρήσης του σώματος είτε της διάνοιας (π.χ ακρωτηριασμός εξέχοντος οργάνου). Επειδή λοιπόν η βαριά σωματική βλάβη αποτελεί έγκλημα αποτελέσματος απαιτείται αιτιώδης σύνδεσμος (αιτιώδης συνάφεια) μεταξύ της πράξης είτε της παράλειψης του δράστη και της επελθούσης βαριάς σωματικής βλάβης του παθόντος κατ’εφαρμογή της θεωρίας του ισοδυνάμου των όρων.
Απαιτείται δε για τη στοιχειοθέτηση της υποκειμενικής υπόστασης ο δράστης του βασικού εγκλήματος να έχει δόλο είτε β’βαθμού (αναγκαίο) είτε ενδεχόμενο ως προς αυτό το αποτέλεσμα. Εάν μολαταύτα συντρέχει και επιδίωξή αυτού (δόλος α’βαθμού) εφαρμόζεται το εδάφιο β’ του ίδιου άρθρου που προβλέπει την κακουργηματική διακεκριμένη παραλλαγή της σκοπούμενης βαριάς σωματικής βλάβης.
Ευθέως προκύπτει από τη διάταξη και η έννοια της βαριάς σκοπούμενης σωματικής βλάβης από την υπ’αριθμόν ένα (1) παράγραφο του άρθρου. Στην εν λόγω περίπτωση ο δράστης διαθέτει δόλο α’ βαθμού στο πρόσωπο του, ήτοι επεδίωξε την πρόκληση της βαριάς σωματικής βλάβης και δεν την αποδέχθηκε απλώς. Η εν λόγω περίπτωση αποτελεί διακεκριμένη παραλλαγή της βαριάς σωματικής βλάβης και λαμβάνει κακουργηματική μεταχείριση με προβλεπόμενη ποινή την κάθειρξη (από 5 έως είκοσι έτη).
Τέλος, σύμφωνα με το άρθρο 315Α του Ποινικού Κώδικα, η τέλεση του εγκλήματος αυτού σε βάρος υπαλλήλου κατά την εκτέλεση της υπηρεσίας του ή για λόγους που σχετίζονται με αυτή, συνιστά ιδιαίτερα επιβαρυντική περίσταση.
Το δικηγορικό μας γραφείο, με τη μακροσκελή διαχείριση ποινικών υποθέσεων κακουργηματικής ή πλημμεληματικής φύσεως, με τους έμπειρους και εξειδικευμένους ποινικολόγους που το πλαισιώνουν και με επικεφαλής την ποινικολόγο Αναστασία Β. Κερχανατζίδου, υπ Διδάκτωρ Ποινικού Δικαίου, αναλαμβάνει υπεύθυνα και αξιόπιστα συναφείς ποινικές υποθέσεις. Στόχος μας είναι η χάραξη μιας σωστής και άρτιας υπερασπιστικής γραμμής προκειμένου να διασφαλιστεί η διαφύλαξη και πιστή τήρηση των δικαιωμάτων του διωκόμενου προσώπου και η αποφυγή άδικων ή άστοχων αποφάσεων σε βάρος του. Ταυτόχρονα, μεριμνούμε και για τη δικαίωση του παθόντος, δια της σύνταξης μηνύσεως – εγκλήσεως για τελεσθέντα σε βάρος του, παριστάμενοι για την υποστήριξη της κατηγορίας και της ενδεχόμενης μελλοντικής διεκδίκησης σχετικής αποζημίωσης. Για περισσότερες πληροφορίες, μπορείτε να επικοινωνήσετε μαζί μας στα τηλέφωνα 210 5155994, 211 0131115, 6959406687 ή στο email: info@kerchanatzidou-law.gr.