Στο δέκατο έκτο κεφάλαιο του Ποινικού Κώδικα, το οποίο αναφέρεται στα εγκλήματα που στρέφονται κατά της σωματικής ακεραιότητας εντάσσεται και το ποινικό αδίκημα της σωματικής βλάβης. Η σωματική βλάβη συνίσταται τόσο στην πρόκληση σωματικών κακώσεων όσο και στη βλάβη της υγείας του ατόμου εν γένει.
Ως σωματική βλάβη τυποποιείται η σωματική κάκωση που αναφέρεται στην εξωτερική όψη του σώματος, ενώ ως «βλάβη της υγείας» νοείται η λειτουργία των εσωτερικών οργάνων αυτού. Η σωματική βλάβη ως αδίκημα περιλαμβάνει διαβαθμίσεις γεγονός που ωθεί στην κατηγοριοποίηση της σε διαφορετικά ήδη και κατ επέκταση στην κλιμάκωση των απειλούμενων ποινών, αναλόγως του είδους και της έκτασης της σωματικής βλάβης (βλ πχ απλή σωματική βλάβη, ελαφρά, επικίνδυνη, βαριά κλπ. Για τις λοιπές περιπτώσεις σωματικών βλαβών βλ σε επόμενα άρθρα μας). Κάθε είδος αυτής κατέχει ξεχωριστή βαρύτητα στην έννοια της «βλάβης» που προκαλεί με δέκτη και υλικό φορέα το άτομο και ορίζεται σαφώς στα άρθρα του ΠΚ 308-315.
Εν προκειμένω, ως προς την σωματική βλάβη από αμέλεια:
Στην υπ’αριθμόν 314 διάταξη του Ποινικού Κώδικα τυποποιείται η αξιόποινη πράξη της σωματικής βλάβης από αμέλεια, κατά την οποία:
«Όποιος από αμέλεια προκαλεί σωματική κάκωση ή βλάβη της υγείας άλλου τιμωρείται με φυλάκιση έως δύο (2) έτη ή χρηματική ποινή ή παροχή κοινωφελούς εργασίας. Αν η σωματική βλάβη που προκλήθηκε είναι βαριά, τιμωρείται με φυλάκιση έως τρία (3) έτη, και αν αυτή είναι εντελώς ελαφρά, επιβάλλεται χρηματική ποινή ή παροχή κοινωφελούς εργασίας.
Για την ποινική δίωξη της πράξης της προηγούμενης παραγράφου απαιτείται έγκληση. Η δίωξη είναι αυτεπάγγελτη αν ο υπαίτιος ήταν οδηγός οχήματος ή υπόχρεος λόγω της υπηρεσίας ή του επαγγέλματός του να καταβάλει ιδιαίτερη επιμέλεια ή προσοχή. Όταν ο υπαίτιος οδηγός οχήματος δεν μεταφέρει επιβάτες ή πράγματα με σκοπό βιοπορισμού, η ποινική δίωξη ασκείται αυτεπαγγέλτως, ο εισαγγελέας όμως με διάταξή του απέχει από την ποινική δίωξη αν ο παθών δηλώσει ότι δεν επιθυμεί την ποινική δίωξη του δράστη. Αν η δήλωση υποβληθεί μετά την άσκηση ποινικής δίωξης, το δικαστήριο παύει οριστικά αυτήν.»
Η εν λόγω διάταξη προστατεύει το έννομο αγαθό της σωματικής ακεραιότητας ως προς τη μορφική και τη λειτουργική παράλληλα ακεραιότητα του. Η σωματική βλάβη από αμέλεια αποτελεί ένα έγκλημα κοινό, καθώς και έγκλημα βλάβης. Για τη στοιχειοθέτηση του αδικήματος απαιτείται:
Να μην καταβλήθηκε η δέουσα προσοχή την οποία ο μέσος συνετός άνθρωπος οφείλει να καταβάλει,
Να μπορούσε ο δράστης να προβλέψει και να αποφύγει το αξιόποινο αποτέλεσμα,
Να υπάρχει αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της ενέργειας είτε της παράλειψης του δράστη και του αποτελέσματος που επήλθε με βάση την αρχή του ισοδυνάμου των όρων.
Η αντικειμενική υπόσταση του ανωτέρω διατυπωθέντος εγκλήματος συγκροτείται από την αντικειμενική παραβίαση ενός καθήκοντος επιμέλειας (εξωτερική αμέλεια), το υλικό αντικείμενο, την επέλευση του αποτελέσματος (σωματική κάκωση ή βλάβη της υγείας) και την ύπαρξη αντικειμενικού αιτιώδους συνδέσμου (συνάφειας) μεταξύ της εξωτερικά αμελούς πράξης και του αποτελέσματος.
Η εξωτερικά αμελής συμπεριφορά του δράστη ωστόσο πρέπει να εμπεριέχει κάποιο αντικειμενικό σφάλμα. Ως αντικειμενικό σφάλμα νοείται κάθε παράβαση κανόνα που έχει περιβληθεί το κύρος του νόμου, είτε προκύπτει από την κοινή πείρα και από τους γενικούς εμπειρικούς κανόνες. Έτσι προκύπτει ευθέως ορισμένη παράβαση αντικειμενικού καθήκοντος επιμέλειας, όταν ο δράστης πράττει διαφορετικά από ότι θα είχε πράξει σε άλλες αντίστοιχες περιπτώσεις, είτε από ότι πράττει ένας μέσος κοινωνικός άνθρωπος.
Ως προς την αρχή της εμπιστευτικότητας εύλογα διατυπώνεται πως για τον εντοπισμό της εξωτερικής αμέλειας σε περιπτώσεις συνεργασίας με κατανομή έργου για την επίτευξη ενός αποτελέσματος είτε αφορά δράστη ο οποίος αναπτύσσει αναγκαία αλληλοεπιρροή προς εκείνη άλλων προσώπων (λ.χ οδική κυκλοφορία). Στις περιπτώσεις αυτές ισχύει η αρχή της εμπιστοσύνης, σύμφωνα με την οποία κατά τον προσδιορισμού του καθήκοντος επιμέλειας δε θα ληφθεί υπόψιν μια αιτιακή πορεία, η οποία προϋποθέτει τη μεταγενέστερη είτε την ταυτόχρονη αμελή συμπεριφορά τρίτων προσώπων, εκτός πλέον εάν το σφάλμα του τρίτου καθίσταται προφανές. Η αρχή της εμπιστοσύνης προκύπτει όταν ο τρίτος δεν παρέχει εχέγγυα εμπιστοσύνης (λ.χ. ανήλικο τέκνο, μεθυσμένος, άπειρος) είτε πρόκειται για σφάλμα που επαναλαμβάνεται συχνά (ο πεζός που διασχίζει εκτός διαβάσεων το δρόμο). Όστις δηλαδή κινείται εντός των ορίων της αρχής της εμπιστοσύνης, συμπεριφέρεται επιμελώς και κατά συνέπεια δε στοιχειοθετείται η υπόσταση της σωματικής βλάβης από αμέλεια.
Αναφορικά με την τέλεση της πράξης με παράλειψη: Σημειώνεται πως η εξωτερικά αμελής συμπεριφορά δύναται να εκδηλώνεται με πράξη με παράλειψη είτε με σύνθετη συμπεριφορά. Σύμφωνα με τα ανωτέρω λοιπόν τελείται με παράλειψη, όταν ο δράστης είχε ιδιαίτερη νομική υποχρέωση αποτροπής της σωματικής βλάβης, γεγονός το οποίο δεν έπραξε.
Ιδιαίτερη νομική υποχρέωση αποτροπής του αποτελέσματος. Λόγω του ότι στην παράλειψη δεν υφίσταται πραγματική αιτιότητα, ο ποινικός νομοθέτης προέβλεψε στο άρθρο 15 αυστηρά και περιοριστικά τα πρόσωπα τα οποία έχουν ιδιαίτερη νομική υποχρέωση. Ως εκ τούτου, δεν αρκεί για την κατάφαση αξιόποινης πράξης της σωματικής βλάβης δια παραλείψεως μια γενική νομική υποχρέωση που απευθύνεται σε κάθε κοινωνό αδιακρίτως (όπως πχ η παράλειψη λύτρωσης από κίνδυνο ζωής, η οποία τυγχάνει άλλη διαφορετική αξιόποινη πράξη η οποία έχει ειδικούς όρους για ενδεχόμενη κατάφαση της). Τουναντίον, απαιτείται να συντρέχουν συγκεκριμένες και περιοριστικά αναφερόμενες ιδιότητες ή περιστάσεις, ώστε να μπορεί να γίνει λόγος για σωματική βλάβη δια παραλείψεως.
Ως περιστάσεις ιδιαίτερης νομικής υποχρέωσης του δράστη, έχουν καταγραφεί από το νόμο και τη νομολογία: Η ιδιαίτερη νομική υποχρέωση που πηγάζει 1. από το νόμο, όπου με νόμο εξισώνονται και οι δικαστικές αποφάσεις (πχ φροντίδα των τέκνων από τους γονείς, υποχρέωση του πλοιάρχου να διασώσει τους επιβάτες σε περίπτωση ναυαγίου κ.λπ), 2. από σύμβαση, προφορική ή γραπτή, ρητή ή σιωπηρή (πχ σύμβαση διενέργειας ιατρικών πράξεων), 3. από πραγματικές καταστάσεις ανάληψης ευθύνης ή από προηγούμενη επικίνδυνη ενέργεια του υπαιτίου (πχ αλλαγή δοσολογίας λήψης φαρμάκων συγγενούς – ασθενούς, μεταβολή στοιχείων και πραγμάτων τα οποία θα χρησιμοποιήσει το θύμα κ.λπ).
Ως περιπτωσιολογία και παραδείγματα πρόκλησης σωματικής βλάβης από αμέλεια, αναφέρονται ενδεικτικά οι περιπτώσεις της ιατρικής αμέλειας, της αμέλειας επί αυτοκινητιστικών ατυχημάτων, αμέλεια επί εργατικών ατυχημάτων καθώς και έτερες περιπτώσεις. Όλες ωστόσο έχουν ως γνώμονα το στοιχείο της μη ηθελημένης πρόκλησης, ήτοι της αμέλειας.
Λόγω των κρίσιμων νομικών εννοιών και της απαιτούμενης εμπεριστατωμένης επιχειρηματολογίας για τα αναγκαία στοιχεία της αμέλειας, καθίσταται απαραίτητη η συνδρομή από έναν εξειδικευμένο ποινικολόγο, για τον άρτιο χειρισμό των δύσκολων αυτών νομικά υποθέσεων.
Το δικηγορικό μας γραφείο, με τη μακροσκελή διαχείριση ποινικών υποθέσεων κακουργηματικής ή πλημμεληματικής φύσεως, με τους έμπειρους και εξειδικευμένους ποινικολόγους που το πλαισιώνουν και με επικεφαλής την ποινικολόγο Αναστασία Β. Κερχανατζίδου, υπ Διδάκτωρ Ποινικού Δικαίου, αναλαμβάνει υπεύθυνα και αξιόπιστα συναφείς ποινικές υποθέσεις. Στόχος μας είναι η χάραξη μιας σωστής και άρτιας υπερασπιστικής γραμμής προκειμένου να διασφαλιστεί η διαφύλαξη και πιστή τήρηση των δικαιωμάτων του διωκόμενου προσώπου και η αποφυγή άδικων ή άστοχων αποφάσεων σε βάρος του. Ταυτόχρονα, μεριμνούμε και για τη δικαίωση του παθόντος, δια της σύνταξης μηνύσεως – εγκλήσεως για τελεσθέντα σε βάρος του, παριστάμενοι για την υποστήριξη της κατηγορίας και της ενδεχόμενης μελλοντικής διεκδίκησης σχετικής αποζημίωσης. Για περισσότερες πληροφορίες, μπορείτε να επικοινωνήσετε μαζί μας στα τηλέφωνα 210 5155994, 211 0131115, 6959406687 ή στο email: info@kerchanatzidou-law.gr.
Στο δέκατο έκτο κεφάλαιο του Ποινικού Κώδικα, το οποίο αναφέρεται στα εγκλήματα που στρέφονται κατά της σωματικής ακεραιότητας εντάσσεται και το ποινικό αδίκημα της σωματικής βλάβης. Η σωματική βλάβη συνίσταται τόσο στην πρόκληση σωματικών κακώσεων όσο και στη βλάβη της υγείας του ατόμου εν γένει.
Ως σωματική βλάβη τυποποιείται η σωματική κάκωση που αναφέρεται στην εξωτερική όψη του σώματος, ενώ ως «βλάβη της υγείας» νοείται η λειτουργία των εσωτερικών οργάνων αυτού. Η σωματική βλάβη ως αδίκημα περιλαμβάνει διαβαθμίσεις γεγονός που ωθεί στην κατηγοριοποίηση της σε διαφορετικά ήδη και κατ επέκταση στην κλιμάκωση των απειλούμενων ποινών, αναλόγως του είδους και της έκτασης της σωματικής βλάβης (βλ πχ απλή σωματική βλάβη, ελαφρά, επικίνδυνη, βαριά κλπ. Για τις λοιπές περιπτώσεις σωματικών βλαβών βλ σε επόμενα άρθρα μας). Κάθε είδος αυτής κατέχει ξεχωριστή βαρύτητα στην έννοια της «βλάβης» που προκαλεί με δέκτη και υλικό φορέα το άτομο και ορίζεται σαφώς στα άρθρα του ΠΚ 308-315.
Εν προκειμένω, ως προς την σωματική βλάβη από αμέλεια:
Στην υπ’αριθμόν 314 διάταξη του Ποινικού Κώδικα τυποποιείται η αξιόποινη πράξη της σωματικής βλάβης από αμέλεια, κατά την οποία:
Η εν λόγω διάταξη προστατεύει το έννομο αγαθό της σωματικής ακεραιότητας ως προς τη μορφική και τη λειτουργική παράλληλα ακεραιότητα του. Η σωματική βλάβη από αμέλεια αποτελεί ένα έγκλημα κοινό, καθώς και έγκλημα βλάβης. Για τη στοιχειοθέτηση του αδικήματος απαιτείται:
Η αντικειμενική υπόσταση του ανωτέρω διατυπωθέντος εγκλήματος συγκροτείται από την αντικειμενική παραβίαση ενός καθήκοντος επιμέλειας (εξωτερική αμέλεια), το υλικό αντικείμενο, την επέλευση του αποτελέσματος (σωματική κάκωση ή βλάβη της υγείας) και την ύπαρξη αντικειμενικού αιτιώδους συνδέσμου (συνάφειας) μεταξύ της εξωτερικά αμελούς πράξης και του αποτελέσματος.
Η εξωτερικά αμελής συμπεριφορά του δράστη ωστόσο πρέπει να εμπεριέχει κάποιο αντικειμενικό σφάλμα. Ως αντικειμενικό σφάλμα νοείται κάθε παράβαση κανόνα που έχει περιβληθεί το κύρος του νόμου, είτε προκύπτει από την κοινή πείρα και από τους γενικούς εμπειρικούς κανόνες. Έτσι προκύπτει ευθέως ορισμένη παράβαση αντικειμενικού καθήκοντος επιμέλειας, όταν ο δράστης πράττει διαφορετικά από ότι θα είχε πράξει σε άλλες αντίστοιχες περιπτώσεις, είτε από ότι πράττει ένας μέσος κοινωνικός άνθρωπος.
Ως προς την αρχή της εμπιστευτικότητας εύλογα διατυπώνεται πως για τον εντοπισμό της εξωτερικής αμέλειας σε περιπτώσεις συνεργασίας με κατανομή έργου για την επίτευξη ενός αποτελέσματος είτε αφορά δράστη ο οποίος αναπτύσσει αναγκαία αλληλοεπιρροή προς εκείνη άλλων προσώπων (λ.χ οδική κυκλοφορία). Στις περιπτώσεις αυτές ισχύει η αρχή της εμπιστοσύνης, σύμφωνα με την οποία κατά τον προσδιορισμού του καθήκοντος επιμέλειας δε θα ληφθεί υπόψιν μια αιτιακή πορεία, η οποία προϋποθέτει τη μεταγενέστερη είτε την ταυτόχρονη αμελή συμπεριφορά τρίτων προσώπων, εκτός πλέον εάν το σφάλμα του τρίτου καθίσταται προφανές. Η αρχή της εμπιστοσύνης προκύπτει όταν ο τρίτος δεν παρέχει εχέγγυα εμπιστοσύνης (λ.χ. ανήλικο τέκνο, μεθυσμένος, άπειρος) είτε πρόκειται για σφάλμα που επαναλαμβάνεται συχνά (ο πεζός που διασχίζει εκτός διαβάσεων το δρόμο). Όστις δηλαδή κινείται εντός των ορίων της αρχής της εμπιστοσύνης, συμπεριφέρεται επιμελώς και κατά συνέπεια δε στοιχειοθετείται η υπόσταση της σωματικής βλάβης από αμέλεια.
Αναφορικά με την τέλεση της πράξης με παράλειψη: Σημειώνεται πως η εξωτερικά αμελής συμπεριφορά δύναται να εκδηλώνεται με πράξη με παράλειψη είτε με σύνθετη συμπεριφορά. Σύμφωνα με τα ανωτέρω λοιπόν τελείται με παράλειψη, όταν ο δράστης είχε ιδιαίτερη νομική υποχρέωση αποτροπής της σωματικής βλάβης, γεγονός το οποίο δεν έπραξε.
Ιδιαίτερη νομική υποχρέωση αποτροπής του αποτελέσματος. Λόγω του ότι στην παράλειψη δεν υφίσταται πραγματική αιτιότητα, ο ποινικός νομοθέτης προέβλεψε στο άρθρο 15 αυστηρά και περιοριστικά τα πρόσωπα τα οποία έχουν ιδιαίτερη νομική υποχρέωση. Ως εκ τούτου, δεν αρκεί για την κατάφαση αξιόποινης πράξης της σωματικής βλάβης δια παραλείψεως μια γενική νομική υποχρέωση που απευθύνεται σε κάθε κοινωνό αδιακρίτως (όπως πχ η παράλειψη λύτρωσης από κίνδυνο ζωής, η οποία τυγχάνει άλλη διαφορετική αξιόποινη πράξη η οποία έχει ειδικούς όρους για ενδεχόμενη κατάφαση της). Τουναντίον, απαιτείται να συντρέχουν συγκεκριμένες και περιοριστικά αναφερόμενες ιδιότητες ή περιστάσεις, ώστε να μπορεί να γίνει λόγος για σωματική βλάβη δια παραλείψεως.
Ως περιστάσεις ιδιαίτερης νομικής υποχρέωσης του δράστη, έχουν καταγραφεί από το νόμο και τη νομολογία: Η ιδιαίτερη νομική υποχρέωση που πηγάζει 1. από το νόμο, όπου με νόμο εξισώνονται και οι δικαστικές αποφάσεις (πχ φροντίδα των τέκνων από τους γονείς, υποχρέωση του πλοιάρχου να διασώσει τους επιβάτες σε περίπτωση ναυαγίου κ.λπ), 2. από σύμβαση, προφορική ή γραπτή, ρητή ή σιωπηρή (πχ σύμβαση διενέργειας ιατρικών πράξεων), 3. από πραγματικές καταστάσεις ανάληψης ευθύνης ή από προηγούμενη επικίνδυνη ενέργεια του υπαιτίου (πχ αλλαγή δοσολογίας λήψης φαρμάκων συγγενούς – ασθενούς, μεταβολή στοιχείων και πραγμάτων τα οποία θα χρησιμοποιήσει το θύμα κ.λπ).
Ως περιπτωσιολογία και παραδείγματα πρόκλησης σωματικής βλάβης από αμέλεια, αναφέρονται ενδεικτικά οι περιπτώσεις της ιατρικής αμέλειας, της αμέλειας επί αυτοκινητιστικών ατυχημάτων, αμέλεια επί εργατικών ατυχημάτων καθώς και έτερες περιπτώσεις. Όλες ωστόσο έχουν ως γνώμονα το στοιχείο της μη ηθελημένης πρόκλησης, ήτοι της αμέλειας.
Λόγω των κρίσιμων νομικών εννοιών και της απαιτούμενης εμπεριστατωμένης επιχειρηματολογίας για τα αναγκαία στοιχεία της αμέλειας, καθίσταται απαραίτητη η συνδρομή από έναν εξειδικευμένο ποινικολόγο, για τον άρτιο χειρισμό των δύσκολων αυτών νομικά υποθέσεων.
Το δικηγορικό μας γραφείο, με τη μακροσκελή διαχείριση ποινικών υποθέσεων κακουργηματικής ή πλημμεληματικής φύσεως, με τους έμπειρους και εξειδικευμένους ποινικολόγους που το πλαισιώνουν και με επικεφαλής την ποινικολόγο Αναστασία Β. Κερχανατζίδου, υπ Διδάκτωρ Ποινικού Δικαίου, αναλαμβάνει υπεύθυνα και αξιόπιστα συναφείς ποινικές υποθέσεις. Στόχος μας είναι η χάραξη μιας σωστής και άρτιας υπερασπιστικής γραμμής προκειμένου να διασφαλιστεί η διαφύλαξη και πιστή τήρηση των δικαιωμάτων του διωκόμενου προσώπου και η αποφυγή άδικων ή άστοχων αποφάσεων σε βάρος του. Ταυτόχρονα, μεριμνούμε και για τη δικαίωση του παθόντος, δια της σύνταξης μηνύσεως – εγκλήσεως για τελεσθέντα σε βάρος του, παριστάμενοι για την υποστήριξη της κατηγορίας και της ενδεχόμενης μελλοντικής διεκδίκησης σχετικής αποζημίωσης. Για περισσότερες πληροφορίες, μπορείτε να επικοινωνήσετε μαζί μας στα τηλέφωνα 210 5155994, 211 0131115, 6959406687 ή στο email: info@kerchanatzidou-law.gr.